Μπορούμε να κρυφτούμε στο κρασί, ή και όχι. Μπορούμε να διαφύγουμε, πρόσκαιρα έστω, από τη σκληρότητα της αλήθειας, να γίνουμε πρίγκιπες της στιγμής; Για λίγο μπορεί, όχι όμως για πολύ. Αφενός γιατί και το κρασί είναι μέρος της αλήθειας, αφετέρου γιατί ο φυγάς δεν κατακτά έτσι την ελευθερία. Το ίδιο το κρασί θέτει τα όρια. Αν επιμείνουμε στην υπερβολή, δεν αργεί ο πρίγκιπας να καταλήξει τουλάχιστον γελασμένος. Το κρασί λοιπόν δεν τάζει, εμείς είμαστε εκείνοι που με τις αυξανόμενες προσδοκίες μας οδηγούμαστε σε απαιτήσεις, πολλές φορές παράλογες.
Πολλοί σκέφτονται: «και τι μας λέει τελικά το κρασί, ποια η γλώσσα του, αυτή η αμφιλεγόμενη έκφραση με τα κρυμμένα νοήματα που ολοένα μας προκαλεί;». Ποια η αξία του τελικά πέραν του κόστους του, έχει φωνή που να μας διασκεδάζει χωρίς να μας διχάζει; Και πέρα από αυτό, τι θα μας συμβεί αν τελικά ακούσουμε τις περίφημες αυτές μελωδίες από τις μούσες του κρασιού, πολύ περισσότερο δε αν καταφέρουμε και μιλήσουμε κι εμείς αυτή τη γλώσσα του φαινομενικού «αποκρυφισμού»; Θα έχουμε αποκτήσει υπεράνθρωπες ιδιότητες;
Αλλαγή εποχής, νέα πρότυπα
«Να βρεθούμε για ένα κρασί» συνήθιζαν οι παλαιότεροι να λένε, ενώ σε κοίταζαν στα μάτια. Το κρασί υπήρξε η καλύτερη αφορμή για να σμίγουμε, όχι απλώς για να συνυπάρχουμε. Στα ύστερα χρόνια, είδαμε το κρασί να αποκτά άλλη θέση σε μια παρέα. Η άνοδος του ελληνικού κρασιού το έφερε στο προσκήνιο, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που μονοπώλησε το ενδιαφέρον. «Πάμε για γευσιγνωσία» είπαμε, σηκώσαμε τα ποτήρια μας επί τούτου. Η έξοδος μας κατέληγε σε βραδιές όπου εν δυνάμει γευσιγνώστες έδεναν τα μάτια τους και χάνονταν μέσα στην άβυσσο του ποτηριού τους. Δεν αργεί όμως το πλεονέκτημα να γυρίσει σε μειονέκτημα. Το κρασί έτσι, από αφορμή κοινωνικής συνεύρεσης έγινε σκοπός. Δημιουργήθηκαν άλλα πρότυπα, νέες συμπεριφορές που μπορεί να τόνωναν μεν την προβολή και διάδοση του κρασιού, αλλά δεν απέφευγαν πάντα τον δεικτικό τρόπο. Ερχόμενοι στο σήμερα, τα ερωτήματα περιστρέφονται γύρω από το κατά πόσο αυτή η μεταστροφή υπήρξε ουσιαστική, και αν ήταν αρκετή για την καθιέρωση του κρασιού με φυσικότητα στην ζωή μας.
«Να βρεθούμε για ένα κρασί» λοιπόν, χωρίς να κοιτάξουμε την ετικέτα, αλλά τον φίλο μας στα μάτια. Μπορεί τότε, το κρασί να μας φανεί πιο νόστιμο από ποτέ!
Προβληματισμοί επίκαιροι
Σίγουρα όταν καταλαγιάζει ο θόρυβος, φαίνεται πιο καθαρά η αντίπερα όχθη. Και φυσικά υπάρχει κι εκεί ζωή, υπάρχει κι εκεί αλήθεια. Υποχρεωτικά θα την αντικρίσουμε και το τι θα δούμε μπορεί να μην μας αρέσει. Οι μόδες παρέρχονται νομοτελειακά. Και το υποκατάστατο που τρέφει προσώρας το κενό, κάποτε στερεύει κι αυτό. Και τι απομένει; Η ανεκπλήρωτη ανάγκη, η πηγή από όπου απορρέουν οι ψευδαισθήσεις που ελέγχουν τις παρορμήσεις μας.
Από τη στιγμή που η συζήτηση άρχισε να περιφέρεται έντονα γύρω από το κρασί, άλλαξαν οι ισορροπίες. Οι τοποθετήσεις αποτέλεσαν πρόκληση, αλλά δημιούργησαν και δυσφορία, ακόμα και αποστροφή όπως είναι λογικό. Είναι όμως θεμιτό; Κατά πόσο είναι χρήσιμο το μέσο της ψυχαγωγίας μας, να αποτελεί αποκλειστικό θέμα ανταλλαγής απόψεων στο τραπέζι μας; Η όποια υπερβολή, μήπως αντί να μας φέρνει πιο κοντά, πετυχαίνει ακριβώς το αντίθετο; Και τότε που φαίνεται πως έχει χαθεί η ουσία, μήπως τότε έχει χάσει και το ίδιο το κρασί από την χρησιμότητά του;
Προσφέρεται το κρασί για να τρέφει και να ανακυκλώνει μόδες; Είναι απλώς ελιξίριο «χαράς» ή ένα ακόμα επιχειρηματικό «concept»; Μπορεί αυτή η αντιμετώπιση να χτίσει και να συστήσει μια παράδοση; Οι εποχές μιλούν, είναι σημαντικό να μπορούμε να αφουγκραστούμε δημιουργικά. Το ίδιο το κρασί εμπνέει για αυτό, αν προσεγγίζεται με αυθεντικότητα. Σε μια εποχή με υψωμένα τείχη και αγκυλώσεις, η επαφή είναι πολυτιμότερη από ποτέ. «Να βρεθούμε για ένα κρασί» λοιπόν, χωρίς να κοιτάξουμε την ετικέτα, αλλά τον φίλο μας στα μάτια. Μπορεί τότε, το κρασί να μας φανεί πιο νόστιμο από ποτέ!