Τέτοια είναι η ιδιοτροπία της ποικιλίας του ξινόμαυρου, που εμφανίζεται συχνά απόμακρη και γωνιώδης, καθιστώντας την όποια προσβασιμότητα αληθινή πρόκληση. Ακόμα και για τους πιο σκληροπυρηνικούς, η ντίβα του βορρά δεν θα είναι ποτέ προβλέψιμη. Όπως όλα έχουν δείξει ως τώρα, το ξινόμαυρο σε μονοποικιλιακές οινοποιήσεις συνήθως αισθάνεται μοναξιά. Επιζητά ταίρι. Το ιδανικό έτερο-ποικιλιακό του ήμισυ θα είναι εκείνο που θα απορροφά τις δομικές εξάρσεις του, θα λειαίνει τις έντονες ακμές του και θα συμπαραστέκεται εν γένει στο έντονο ταμπεραμέντο του. Μπορεί οι συγκρίσεις με μυθικές ποικιλίες όπως εκείνη του nebbiolo να είναι συχνές, ο δρόμος όμως που χωρίζει τον ιταλικό από τον ελληνικό βορρά δεν γεφυρώνεται μέσα σε μια νύχτα.
Ένας από τους λόγους που τα blends με ξινόμαυρο μας κάνουν να αισθανόμαστε αισιοδοξία, είναι γιατί έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες να δοκιμάσουμε ένα πιο ολοκληρωμένο κρασί σε συντομότερο χρονικό διάστημα. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται ευκολία. Ούτε συμβιβασμός στην ποιότητα. Οι απαιτήσεις παραμένουν υψηλές, όπως και οι προκλήσεις, καθώς το ξινόμαυρο πρέπει να πλαισιώνεται ή/και να συμπληρώνεται από λοιπές ποικιλίες τηρουμένων των αναλογιών. Δεν είναι λίγες οι φορές που σαν να μην επιθυμεί να μοιραστεί τη δόξα του το ατίθασο ξινόμαυρο, αντιστέκεται ακόμη και τότε, ανατρέποντας τις επιδιωκόμενες ισορροπίες. Στη Γουμένισσα, μία από τις σημαντικές οινοαμπελουργικές ζώνες, είναι επιβεβλημένη η συνοινοποίηση ξινόμαυρου και νεγκόσκας από τον νομοθέτη. Η οικογένεια Χατζηβαρύτη εργάζεται σκληρά και με μεράκι, έχοντας προσφέρει εξαιρετικά δείγματα αυτού του είδους ως τώρα. Η δοκιμή μιας θεωρητικά πιο ώριμης έκφρασης όπως αναμένεται, δίνει το στίγμα της ανάλογης πορείας.
φωτογραφία: winetaster.gr
ΤΟ ΚΡΑΣΙ:
Μέτριο προς βαθύ ρουμπινί χρώμα με πορτοκαλί ανταύγειες. Μύτη ελαφρώς συγκρατημένη, φαίνεται να επιζητά χρόνο. Αν και αρκούντως συμπυκνωμένη, με κυρίαρχα τα αρώματα ορυκτών, γραφίτη, δέρματος και κουτιού πούρων. Το πυκνό μαύρο φρούτο υποβόσκει αυτών παρασκηνιακά, όπως το αποξηραμένο δαμάσκηνο και το βύσσινο σε μορφή γλυκού του κουταλιού, ενώ η πίσσα, το θυμάρι και η απαλή κανέλα συστήνουν μια ενδιαφέρουσα αρωματική διάσταση. Στο στόμα τα πράγματα αλλάζουν. Μέτριος όγκος, με επιθετική οξύτητα και άφθονες αχαλίνωτες τανίνες που επιβάλλουν την παρουσία τους, περιορίζοντας το συγκρατημένο φρούτο, με τα κεράσια, τα δαμάσκηνα και τα βοτανικά στοιχεία απλώς να ακολουθούν. Η αιμάτινη αίσθηση έχει τον έλεγχο, ενώ τα λίγα γλυκά μπαχαρικά, το γαρίφαλο, το μαύρο τσάι και τα φύλλα του καπνού, δεν αντιστέκονται στην επέλαση της σκληρότητας που στιγματίζει και την απόλυτα τανική επίγευση. Η παλαίωση δεν αρκεί να μακιγιάρει μια δύσκολη χρονιά. Κρασί απρόσιτο δομικά προσώρας, με τα επιμέρους στοιχεία του να εκφράζονται μεμονωμένα παραβιάζοντας τη συνοχή. Μια Γουμένισσα που εξαντλεί την αυστηρότητά της εν συνόλω, με τη ζυγαριά να γέρνει υπέρ της δριμύτητας. Ωστόσο φέρει το terroir και δεν υπολείπεται σε χαρακτήρα. Προτείνεται σημαντικός αερισμός σε καράφα άνω της μιας ώρας ή παλαίωση για 8 με 10 χρόνια ακόμα!
Χρόνος δοκιμής: 10/2021
Αξιολόγηση: 89/100
PAIRING
Tagliata ψητού μοσχαρίσιου συκωτιού με θυμάρι.